Στα πλαίσια μινι αφιερώματος της Womanlandia στο γυναικείο burn out πριν και κατά τη διάρκεια της καραντίνας, αναγνώστριες απαντάνε σε ερωτήσεις και καταθέτουν εμπειρίες σχετικά με τα συμπτώματα, τους τρόπους αντιμετώπισης, την ψυχολογική και ψυχιατρική επέμβαση καθώς και το πόσο καιρό χρειάζεται για να ξεφύγεις από τη σύγχρονη επιδημία της εξουθένωσης, που φαίνεται να πλήττει εν καιρώ κοβιντ δυσανάλογα πολλές γυναίκες.
Γράφει το Μαύρο Γατί.
Για αρχή να βάλω κάποια disclaimer:
Πρώτον, η εμπειρία κάθε ατόμου είναι διαφορετική, και η δική μου ως μη νορμοθυμικο άτομο ακόμα διαφορετικότερη, αν τύχει και ταυτιστεί κάποιο εξαιρετικά, αλλά μπορεί και όχι.
Δεύτερον, είχα την τύχη / ατυχία να το πάθω ζώντας στην Ολλανδία. Τύχη γιατί εκεί είναι διαπιστωμένο φαινόμενο, δικαιούμουν άδεια ασθενείας και την πήρα. Ατυχία γιατί η ιατρική της Ολλανδίας είναι χτισμένη σε νοοτροπία θεραπευτική, και όχι πρόβλεψης, με αποτέλεσμα να πρέπει να πάρεις παραπομπή από το γενικό παθολόγο για τα πάντα, και να πρέπει να μπεις σε αναμονή για τα πάντα.
Η αναμονή από τη στιγμή που ζήτησα βοήθεια μέχρι που με είδε ψυχίατρος ήταν ένα εξάμηνο. Μια από τις ελάχιστες φορές που ήταν προνόμιο να είμαι μετανάστρια, γιατί είχα σουρει το κουφάρι μου μέχρι την Ελλάδα, είχα δει ψυχίατρο και είχα ήδη ξεκινήσει αγωγή. Για να συνεχίσω την αγωγή που χρειαζόμουν, αναγκάστηκα να ρωτήσω φίλους και γνωστούς αν ξέρουν κανένα γιατρό να γράφει χάπια, γιατί οι περισσότεροι δεν γράφουν. Σου λένε να πηγαίνεις πιο πολλές βόλτες στο πάρκο και να κάνεις γιόγκα.
Ποια είναι τα συμπτώματα και πόσο δύσκολο είναι να τα ξεχωρίσεις από την απλή κούραση;
Από τη δική μου εμπειρία, το βασικό μου σύμπτωμα ήταν ότι το μυαλό μου δε σταματούσε να δουλεύει ποτέ. Ποτέ. Κοιμόμουν και σκεφτόμουν. Είχε τύχει να πέσω για “ύπνο” σκεφτόμενη ένα άλυτο πρόβλημα της δουλειάς, να “ξυπνήσω” και να το έχω λύσει. Ένα θολωμένο μισοϋπνι που αντί να με ξεκουράζει, με ζαλιζε. Και από ένα σημείο και μετά, σε διάστημα δύο τριών μηνών, η κούρασή μου έφτασε σε τέτοιο σημείο που τα έβλεπα όλα θολά και γκρι και μπορούσε να με πάρει ο ύπνος ακόμα και στην καρέκλα της δουλειάς, με τηλέφωνα να βαρανε και εκατό άτομα γύρω μου σε όπεν πλαν γραφείο.
Πότε χρειάζεται να επέμβουμε ιατρικά και πότε παίρνεις άδεια από τη δουλειά;
Κατ’ εμέ, όταν φτάνει η κατάσταση να επηρεάζει βασικές ζωτικές μας λειτουργίες. Σε εμένα κόπηκε ο ύπνος, άλλοι δε μπορούν να φάνε, άλλοι πίνουν, σε άλλους έχει κοπεί το γέλιο. Όταν διαπιστώνεται μια αλλαγή προς το χειρότερο στην καθημερινότητα που δεν είναι υπό τον έλεγχό μας, δηλαδή δεν είναι ξενυχτάω μια μέρα να βγάλω ένα πρότζεκτ, είναι δε μπορώ να κοιμηθώ επί ένα μήνα, είναι σημάδι ότι κάτι πάει πολύ λάθος και πρέπει να το αλλάξουμε. Να ζητήσουμε βοήθεια για αρχή, και βέβαια να αλλάξουμε τους ρυθμούς της καθημερινότητάς μας προς το πιο χαλαρό.
Πηγαίνοντάς το ακόμα παραπέρα είναι γεγονός ότι πιστεύω ότι για κανένα λόγο και καμία δουλειά δεν θα έπρεπε να τραβάμε τέτοιο ζόρι που να μας κάνει δυσλειτουργικούς, αλλά τέτοια αναρχικιά είμαι, μη μου δίνετε σημασία.
Πόσο καιρό σου πήρε να το ξεπεράσεις, αν το έχεις ξεπεράσει;
Εδώ θα πρέπει να βάλω ένα μικρό ανεκδοτακι. Κάποιους μήνες ψυχοθεραπείας, άδειας και φαρμακευτικής αγωγής αργότερα, είχα αρχίσει να κουράζομαι, να σκέφτομαι πότε πια θα δω φως στην άκρη του τούνελ. Ένιωθα σκιά του εαυτού μου. Και ούτε λόγος βέβαια για κοινωνικότητες, είμαι που είμαι, αυτοί οι μήνες πέρασαν στο στουντιακι μου των είκοσι τετραγωνικών με κλειστές κουρτίνες και ντελιβερι, καραντίνα before it was cool.
Ε, μια μέρα λοιπόν πως τυχαίνει και με έσουρε ένας φίλος που ζούσε στο ίδιο κτίριο για μια μπουγάτσα στο ελληναδικο στο κέντρο (όσες ξέρετε από Άμστερνταμ ξέρετε) και πέφτουμε πάνω σε συναδέλφους με άσχετους φίλους, όλοι Έλληνες.
Συστηνομαστε, εγώ πιάνω μια γωνιά μη και μου μιλήσει άνθρωπος και τρώω τη μπουγάτσα μου και τους βλέπω τριγυρω να μιλάνε να γελάνε σκεπτομενη πότε θα ξανανιώσω κι εγώ έτσι ανέμελη. Γυρνάει το παιδί που καθότανε δίπλα μου και μου λέει κι εσύ δουλεύεις στην [ακατανομαστη εταιρεία];
Ναι του λέω αλλά είμαι μήνες εκτός γραφείου με αναρρωτική. Α τι έχεις; Μου λέει. Burn Out του λέω. Ου, κακή φαση μου λέει, το χω περάσει , μίνιμουμ μια διετία θα σου φάει να ξερεις.
Μου έκανε την καρδιά περιβόλι. Και όμως, τον ευχαριστώ όποιος κι αν είναι, ούτε το όνομα του δε θυμάμαι, γιατί ήταν ο μόνος που μου έδωσε μια ρεαλιστική προσδοκία. Οι τότε γιατροί που με παρακολουθούσαν μου έλεγαν α καλά φαίνεσαι, καιρός να πας γραφείο. Φαν φακτ, ένιωσα εντελώς καλά και έχοντας ανακτήσει τις δυνάμεις μου το καλοκαίρι του 2020. Δυόμισι χρόνια μετά.
Πώς συνεχίζεις μετά με ξεκούραση και ισορροπία προκειμένου να μην το ξαναπεράσεις;
Θα σας πω όταν το βρω. Στη δική μου περίπτωση ήταν πολλοί παράγοντες. Η μοναξιά του μετανάστη, η χρόνια έλλειψη φροντίδας λόγω απουσίας υποστηρικτικού δικτύου, η εντελώς ακατάλληλη δουλειά με στην κυριολεξία εκατοντάδες τηλέφωνα και μέιλ κάθε μέρα. Οπότε η ισορροπία έρχεται (δε θα πω ήρθε, γιατί η πανδημία τα ισοπέδωσε όλα) με μικρά βηματακια.
Για αρχή, μια πιο φιλική προς το χρήστη δουλειά. Μολις αναρρωσα και μπόρεσα έκανα κάποιες μετεκπαιδευσεις, που μπορεί και να ειναι η έναρξη μιας επαγγελματικής πορείας σε έναν κλάδο αμιγώς χειρωνακτικό, και καμία σχέση με το American corporate dream που είχα μέχρι τότε -είμαι σε σχολή κομμωτικής, αν αναρωτιέται καμία.
Επίσης, έμφαση και προσπάθεια στις διαπροσωπικές σχέσεις, να υπάρχει έστω ένας άνθρωπος να πω ότι μπορώ να βασιστώ, όχι να πάω στα επείγοντα και να με ρωτάνε who’s the case of emergency person και να μην έχω ένα όνομα να πω. Αυτό από μόνο του, για μένα, η προσπάθεια και η ενέργεια που απαιτεί η κοινωνική ζωή, είναι φουλ ταιμ δουλειά.
Οπότε, μετά από πολλή σκέψη, θεραπεία, και ζύγισμα έχω συμβιβαστεί πλέον με την ιδέα ότι δε θα έχω “καριέρα”. Γιατί δε μπορώ. Και επειδή δε μπορώ, δε θέλω κιόλας. Δεν αξίζει τον κόπο να χαλάσω κάθε άλλο τομέα της ζωής μου για να κυνηγήσω ένα καπιταλιστικό όνειρο. Μπορώ να είμαι επιτυχημένη με άλλο τρόπο, να είμαι ευτυχισμένη δηλαδή.
Πως να το αποφύγεις ή τι θα έκανες διαφορετικά αν μπορούσες για να μην εξουθενωθείς;
Δεν έχω ιδέα αν θα μπορούσα να το έχω αποφύγει, γιατί το έπαθα κυνηγώντας ένα όνειρο που είχα από παιδί σχεδόν. Μόνιμη δουλειά σε υψηλή θέση σε μία απ’ τις μεγαλύτερες εταιρείες του πλανήτη με συναδέλφους από όλο τον κόσμο σε μία απ’ τις ωραιότερες πόλεις του κόσμου και στον ελεύθερό μου χρόνο έπινα σμούθι και έκανα γιόγκα.
Αν θέλω να είμαι ειλικρινής, για το ότι το έπαθα είναι υπεύθυνη κυρίως η ψυχοσύνθεσή μου, ότι δε μου ταίριαζε όλο αυτό. Αλλά αν δε το πάθαινα πως θα το ήξερα; Και άμα δε το πάθαινα τότε ίσως και να σημαινε ότι μου ταίριαζε. Είναι λίγο σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Σίγουρα μπορεί το κάθε άτομο να κινείται συντηρητικά, να μην πιέζει πολύ τον εαυτό του, να κρατάει δυνάμεις, αλλά ρεαλιστικά πόσο πιθανό είναι να συμβεί αυτό στον καπιταλιστικό εφιάλτη που ζούμε; Όλες οι δουλειές έχουν πίεση, παράλογα αφεντικά και τρελές προθεσμίες. Δεν έχω απάντηση. Και το να το είχα ρίξει στο αλκοόλ, όπως πολλοί συνάδελφοι, δεν είναι λύση.
Αν έχω βρει κάτι που ίσως να βοηθήσει, αλλά θα φανεί στην πορεία, είναι να μην παίρνω τόσο σοβαρά τον εαυτό μου και τη δουλειά.
Δε θα τρέξει κάστανο αν δεν είμαι η καλύτερη, η πιο γρήγορη, η πιο δημοφιλής (καλά αυτό το τελευταίο ειδικά γελάω, δεν έχω κρατήσει ούτε μια επαφή από εκείνο το γραφείο και ούτε ένας ρώτησε τι κάνω μετά από τέσσερα χρόνια συνεργασίας).
Πίεσα πολύ τον εαυτό μου να είναι καλός σε μια δουλειά που, αν το καλοσκεφτω δε με πολυενοιαζε καν, και ούτε είχε και σημασία, σιγά, αυτοί τα βγάζουν τα δισεκατομμύρια τους ούτως ή άλλως, εγώ είναι που ρημάχτηκα και επηρεάστηκε και το εισόδημά μου τραγικα.
Οπότε ναι, θα έλεγα να μη φερομαστε γενικώς στον εαυτό μας σα να έχουμε την άπειρη ενέργεια και συνάμα την υποχρέωση της τελειότητας. Κάτι τυπάκια που έβλεπα με μισό μάτι γιατί σαχλαμαριζαν γύρω απ’ το water cooler με τις ώρες μια χαρά περνάνε και έχουν ακόμα δουλειά, εγώ η τέως υπάλληλος του μήνα είναι που παλεύω ακόμα να βάλω σε τάξη τα ασυμμάζευτα.
Έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου να πάψω να τα παίρνω τόσο σοβαρά τα πράγματα, και ελπίζω αυτό να με σώσει, μαζί με την εμπειρία του ότι πλέον ξέρω πότε να ζητήσω βοήθεια.
Α, και να ζητάτε βοήθεια. Πάντα. Πολύ πριν φτάσετε στα όριά σας. Καλύτερα needy, παρά χαπακωμένη.
Trust me, έχω υπάρξει και τα δύο.
Tα σχόλια είναι προσβάσιμα μόνο στα μέλη της Womanlandia. Για να γίνετε μέλος, πατήστε εδώ.