Add to My Favourites

No account yet? Register

Το ποστ αυτό είναι αποτέλεσμα σύνθεσης δύο σχολίων της Καυτής Πατάτας σε αυτό το άρθρο, που πραγματεύεται την σημασία της αυτοκτονίας στον σύγχρονο Δυτικό πολιτισμό. 

Γράφει η Καυτή Πατάτα. 

Είναι ευρέως γνωστή η Θάλασσα των Δέντρων, Aokigahara στα ιαπωνικά, το δάσος στους πρόποδες του Φούτζι που είναι χοτ σποτ για αυτοκτονίες στην Ιαπωνία (βλ. και την ταινία με τον Μακόναχι). Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πώς ένα από τα πιο ανεπτυγμένα κράτη στον κόσμο κρατάει τα πρωτεία στους αριθμούς αυτοκτονιών. Και δεν είναι μόνο η ιαπωνική παράδοση, η αυτοκτονία για λόγους τιμής, όποιον ξέρω που έχει ζήσει στην ιαπωνία μού έχει μιλήσει για μια χώρα με έντονη οικονομική πίεση και κοινωνική απομόνωση εντός μιας κουλτούρας που προωθεί την ανάγκη για κοινωνική αποδοχή (amae), στο βαθμό που αν δεν αυτοκτονήσεις, θα γίνεις χικικομόρι γιατί απλά δε μπορείς να διαχειριστείς την πίεση.

Από τη νεωτερικότητα και ύστερα, η μεγαλύτερη πηγή στίγματος για την ανθρώπινη συμπεριφορά στη Δύση είναι η ιατρική και διάφορα παρακλάδια της, με κυρίαρχο ψυχιατρική.

Η εξουσία που δόθηκε στην Επιστήμη, σε μία μεταβατική εποχή που αντικαθιστούσε τη θρησκεία, οδήγησε σε αυτό που συχνά ονομάζουμε βιοπολιτική και βιοεξουσία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο ψυχίατρος Forbes Winslow και η αντιστροφή του νοήματος που έδωσε στην αυτοκτονία του Κάτωνα του Νεότερου στα μέσα του 1800: μια πράξη που ο Κικέρωνας θεωρούσε μοντέλο για το να είναι κανείς καλός πολίτης, που ο Σενέκας έβλεπε ως την απόλυτη πράξη αυτοελέγχου, που ακόμη και στη Θεία Κωμωδία του Δάντη δεν τιμωρείται όπως οι άλλες αυτοκτονίες καθώς δεν πηγαίνει στην Κόλαση αλλά στο Καθαρτήριο, αυτή την πράξη ο Winslow την συνέδεσε με την “τρέλα” (insanity). 

Το στίγμα, δηλαδή, συχνά ξεκινάει από την ιατρικοποίηση, από αυτό που χρησιμοποιούμε με αρνητική χροιά ως “παθολογικοποίηση”. Μέσα από την ιατρικοποίηση, δηλαδή, η αντιστροφή του νοήματος δεν είναι απλά αλλαγή οπτικής γωνίας, αλλά μια μεταφορά από το κοινωνικό, το εξωτερικό, το συστημικό στο ατομικό, το εσωτερικό, το παθολογικό. Η αυτοκτονία δηλαδή απο-ιστορικοποιείται, απο-πολιτικοποιείται, αποκόπτεται από το κοινωνικό της περίβλημα και αποτελεί ατομικό ζήτημα που χρήζει ατομικής λύσης, και δη θεραπείας, καθώς αποτελεί μια προβληματική πράξη που πηγάζει εκ των έσω έτσι γενικά κι αόριστα, ανεξαρτήτως των αφορμών που οδηγούν στην εκδήλωσή της.

Η αυτοκτονία έτσι παύει να έχει άμεση επαφή με τη συστημικότητα, τον καπιταλισμό, με την πατριαρχία, με τον ικανοτισμό, με την ομοφοβία, με τις δεκάδες μικρές και μεγάλες καθημερινές κακοποιήσεις, με την ψυχική εξουθένωση, με την απουσία κοινοτήτων και χώρων εντός των οποίων ανήκουμε και υπάρχουμε ελεύθερα, και γίνεται χαπάκια που σου κατακρεουργούν τη λίμπιντο και σε μουδιάζουν συναισθηματικά, γίνεται νοσηλεία, γίνεται ντροπή, γίνεται έλλειψη κατανόησης από έναν κοινωνικό περίγυρο που μοιάζει χιλιόμετρα μακριά από εμάς, γίνεται το φταίξιμο και η ενοχή που δε μπορούμε να προσαρμοστούμε αρκετά στις συνθήκες που μας συνθλίβουν.

Είναι σα να βρίσκεται κανείς σε έναν δωμάτιο που γεμίζει με καπνό και πιστεύει ότι ο λόγος που δε μπορεί να αναπνεύσει είναι οι πνεύμονές του και όχι ο καπνός.

Η Margaret Pabst Battin συμπυκνώνει πολύ εύστοχα πόσο μονόπλευρα αντιμετωπίζουμε πολιτισμικά την αυτοκτονία:

“Για ένα μεγάλο μέρος του εικοστού και για τον εικοστό πρώτο αιώνα, η σκέψη για την αυτοκτονία στη Δύση ήταν κανονιστικά μονολιθική: η αυτοκτονία έφτασε να θεωρείται από το κοινό και ιδιαίτερα από τους επαγγελματίες υγείας ως πρωτίστως θέμα ψυχικής ασθένειας, ίσως που επιδεινώνεται από βιοχημικούς παράγοντες και κοινωνικούς στρεσογόνους παράγοντες, το θλιβερό αποτέλεσμα της κατάθλιψης ή άλλων συχνά θεραπεύσιμων ασθενειών – μια τραγωδία που πρέπει να αποφευχθεί. Με εξαίρεση τη συζήτηση για την αυτοκτονία στην ανίατη ασθένεια, οι μόνες ουσιαστικές συζητήσεις για την αυτοκτονία στον σημερινό δυτικό πολιτισμό αφορούσαν την πρόσβαση στην ψυχοθεραπεία ή τη βελτίωση των προγραμμάτων πρόληψης της αυτοκτονίας, ή αποτελεσματικότερα αντικαταθλιπτικά φάρμακα θα πρέπει να αποτελούν τις κύριες γραμμές άμυνας”.

Η αυτοκτονία δεν προκύπτει επειδή κάποιος διάβασε Καμύ και αποφάσισε να αυτοκτονήσει αντί να φτιάξει καφέ. Απεναντίας, η αυτοκτονία συνήθως προκύπτει συχνά από μια κατάσταση όπως την περιγράφει ο David Foster Wallace στο Infinite Jest:

“Το αποκαλούμενο ‘ψυχωτικά καταθλιπτικό’ άτομο που προσπαθεί να αυτοκτονήσει δεν το κάνει από ‘απελπισία’ ή από κάποια αφηρημένη πεποίθηση ότι τα θετικά και τα αρνητικά της ζωής δεν είναι ίσα. Και σίγουρα όχι επειδή ο θάνατος φαίνεται ξαφνικά ελκυστικός. Το άτομο στο οποίο η αόρατη αγωνία του φτάνει σε ένα ορισμένο ανυπόφορο επίπεδο θα αυτοκτονήσει με τον ίδιο τρόπο που ένας παγιδευμένος θα πηδήξει τελικά από το παράθυρο ενός φλεγόμενου πολυώροφου κτιρίου. Μην κάνετε λάθος για τους ανθρώπους που πηδούν από φλεγόμενα παράθυρα. Ο φόβος τους να πέσουν από μεγάλο ύψος εξακολουθεί να είναι το ίδιο μεγάλος όπως θα ήταν για εσάς ή για μένα που στεκόμαστε στο ίδιο παράθυρο και απλά κοιτάμε τη θέα- δηλαδή ο φόβος της πτώσης παραμένει σταθερός. Η μεταβλητή εδώ είναι ο άλλος τρόμος, οι φλόγες της φωτιάς: όταν οι φλόγες πλησιάζουν αρκετά, η πτώση στον θάνατο γίνεται ο ελαφρώς λιγότερο τρομερός από τους δύο τρόμους”.

Από τα ’60s κι έπειτα, μπαίνει στο παιχνίδι η επιστημονική πεποίθηση ότι τα φάρμακα μπορούν να θεραπεύσουν διάφορες ψυχικές ‘νόσους’ -πριν από αυτό είχε μεταξύ άλλων το ηλεκτροσόκ την τιμητική του.

Για να συμβεί αυτό ωστόσο, έχει ήδη στρωθεί από πολύ νωρίτερα μιαν αντίληψη για το υποκείμενο που ‘νοσεί’ από αίτια εντελώς εσωτερικά – αυτό που στην ‘αυτοκτονιολογία’ (yep, suicidology, look it up) ονομάζεται ‘ο μύθος της μιας προέλευσης’ (the great origin myth). Η τρέλα δεν ήταν άγνωστη έννοια στη Δύση κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ήδη από την Αναγέννηση υπήρχαν τα επονομαζόμενα ιδρύματα εγκάθειρξης, που ήταν κάτι σαν άσυλα, και σίγουρα απαντάται και κατά το Μεσαίωνα.

Στην ιατρική, η αυτοκτονία αρχίζει να γίνεται αντιληπτή ως κάτι το κυρίως παθολογικό στις αρχές του 19ου αιώνα, και αυτή η ιδέα απλώνεται σαν κλωστή μέχρι τα μέσα με τέλη του 20ου αιώνα.

Αυτό έχει ενδιαφέρον γιατί περίπου τότε βλέπουμε να μπαίνουν στη συζήτηση λέξεις όπως ‘κανονικό’ και ‘υγιές’ σε αντίθεση με το μη κανονικό, την παρέκκλιση. Με έναν παρόμοιο τρόπο, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα και ακολουθώντας παρόμοιες ατραπούς, παθολογικοποιείται και η ομοφυλοφιλία πχ. Το έχουμε δει εκτεταμένα στο Womanlandia και με την υστερία. Είναι συγκοινωνούντα δοχεία κάποια πράγματα, ειδικά ως προς την όποια ατομική ‘κανονικότητα’.

Σίγουρα σήμερα θα βρoύμε ψυχοθεραπεύτριες που έχουν αντίληψη και δουλεύουν με το συστημικό. Όμως σε μεγάλο βαθμό πολλές ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις έχουν απορροφηθεί από ή ενσωματώσει το νεοφιλελευθερισμό.

Ακόμη και η κατανόηση της αυτοκτονίας για λόγους τιμής ή οικονομικούς λόγους σπάνια συνδέεται με την πατριαρχία (αυτοκτονώ γιατί ο γιός μου είναι γκέι) και τον καπιταλισμό (αυτοκτονώ γιατί η φτώχεια μου συνδέεται άμεσα με την εκμετάλλευση της εργασίας μου και την κερδοσκοπία του Κεφαλαίου), αλλά και πάλι σαν προσωπικές επιλογές.

Στα κανάλια θα δεις ψυχιάτρους να μιλούν για τη γυναικοκτονία λες και λαμβάνει χώρα σε κάποιο αποστειρωμένο εργαστήριο. Ήταν ένας που είχε πει το επικό, ότι θα ονομάσει τις γυναικοκτονίες “το σύνδρομο των Γλυκών Νερών”. Είναι tabula rasa ακόμη η ψυχοθεραπεία, και αυτό πλέον το βλέπω ως κριτική από επαγγελματίες του χώρου.

Ενδιαφέρον είναι δε ότι ο Μύθος της Χημικής Ίασης της Joanna Moncrieff γράφτηκε το 2008 και μεταφράστηκε στα ελληνικά το 2019. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησε και το βιβλίο του Θεόδωρου Μεγαλοοικονόμου με τίτλο Ρωγμές, Ρήγματα και Αντιστάσεις στην Σύγχρονη Ψυχιατρική που γράφει για τα ψυχοφάρμακα συγκεκριμένα:

“Οι θεραπείες αυτές έχουν την καταγωγή τους στις μηχανικές και φυσικές μεθόδους μέσω των οποίων, τους προηγούμενους αιώνες, έγινε προσπάθεια να ‘δαμαστεί’ (να υποταγεί) η τρέλα, η αιτία της οποίας εθεωρείτο ότι ενείχε μιαν ηθική διάσταση (ο τρελός ως ενσάρκωση του ‘κακού’ ή του δαίμονα) […] Η θεραπευτική λογική που αποσκοπεί στο να ‘δαμάσει’ τον τρελό, τον παρεκκλίνονται, δεν εξαφανίστηκε με τις ‘προόδους’ που έγιναν τον 20ο αιώνα – που θεωρήθηκε ο αιώνας της βιολογικής επανάστασης στον τομέα της ψυχικής υγείας. […] Είναι γνωστό ότι η ψυχιατρική δεν είναι μια ουδέτερη επιστήμη, που έχει, απλώς, ένα οπλοστάσιο θεραπευτικών μεθόδων για την αντιμετώπιση της ψυχικής αρρώστιας. Ενσωματώνει και ασκεί, ως συστατικό στοιχείο της ίδιας της συγκρότησής της, μια βιοπολιτική λειτουργία – και το σύγχρονο φάρμακο αποτελεί ένα βασικό εργαλείο της ψυχιατρικής όχι μόνο στην ‘θεραπευτική της φαρέτρα’, αλλά και στον ρόλο της ως μηχανισμού της ασκούμενης βιοπολιτικής. Η κατευθυνόμενη μαζική διάδοση της χρήσης του ψυχοφαρμάκου συνδέεται, αφενός, με την πρακτική της αναγωγής της πολυπλοκότητας των προβλημάτων του σύγχρονου ανθρώπου (ιδιαίτερα των καταπιεσμένων τάξεων) σε εσωτερικό, προσωπικό ζήτημα του ατόμου, σε ζήτημα (καλής ή κακής) προσαρμογής του σ’ ένα θεωρούμενο ως αμετακίνητο, Κοινωνικό Είναι, μια μορφή κοινωνικού ελέγχου όπου μια χημική ουσία αναλαμβάνει ως λύση των προβλημάτων και που δεν αφορά μόνο τους ψυχικώς πάσχοντες, αλλά ολόκληρη την κοινωνία, μέσω και της διάδοσης ιδιαίτερα των λεγόμενων ελασσόνων ηρεμιστικών και υπναγωγών“.

Σε κάθε περίπτωση, το θέμα δεν είναι να βάλουμε δίπολα και διλήμματα. Η ψυχιατρική, όπως λέει και το χωρίο, εκ της σύστασής της μπορεί να εστιάσει περισσότερο στο ατομικό, και αυτό της στερεί μερικές φορές τη δυνατότητα αυτοκριτικής.

Για παράδειγμα, στο DSM-5 ένα διαγνωστικό κριτήριο για την κατάθλιψη είναι “η καταθλιπτική διάθεση κατά το μεγαλύτερο διάστημα της ημέρας”. No shit, Sherlock, θα διαγνώσω την κατάθλιψη ταυτολογικά; Σε πιο ριζοσπαστικές προσεγγίσεις συνεπώς, θα βρεις το De-Medicalizing Misery: Psychiatry, Psychology and the Human Condition, που είναι του 2011 αν δεν απατώμαι, το οποίο ισχυρίζεται στην ψύχρα ότι “η ψυχιατρική και η ψυχολογία έχουν κατασκευάσει ένα σύστημα ψυχικής υγείας που αδικεί τα ζητήματα που ισχυρίζεται ότι κατανοεί και δημιουργεί πολλαπλά προβλήματα στους χρήστες του. Ωστόσο, ο μύθος της ψυχικής ασθένειας με βιολογική βάση καθορίζει το παρόν μας. Το βιβλίο επανεξετάζει την τρέλα και την αγωνία και τα ανακηρύσσει ως ανθρώπινες και όχι ιατρικές εμπειρίες”.

Αυτές είναι συζητήσεις που όχι απλά δεν έχουν ξεπεραστεί, τις κάνουμε ακόμη λες και τα ακούμε όλα αυτά για πρώτη φορά.

Κάποιες προσεγγίσεις φέρουν ακόμη και αντίθετα μεταξύ τους εννοιολογικά φορτία. Αλλά σίγουρα χρειαζόμαστε τη γλώσσα που αποκωδικοποιεί πώς το συστημικό επηρεάζει και το δομεί την υποκειμενικότητα και τον ψυχισμό. Απλώς δεν είμαι και τόσο σίγουρη ότι την έχουμε αυτή τη γλώσσα, ακόμη αναλύουμε τα πράγματα φροϋδικά και λακανικά.

14
4

Tα σχόλια είναι προσβάσιμα μόνο στα μέλη της Womanlandia. Για να γίνετε μέλος, πατήστε εδώ.